Ο Φεδερίκο δελ Σαγράδο Κοραθόν ντε Χεσούς Γκαρθία Λόρκα, ο κορυφαίος Ισπανός συγγραφέας και ποιητής όλων των εποχών, γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου 1898, στο Φουέντε Βακέρος. Εκτελέστηκε, χωρίς δίκη, στις 18 Αυγούστου 1936, στη Γρανάδα, γιατί ήταν ομοφυλόφιλος, και, επιπλέον, καταδίκαζε τον φασισμό. Ήταν μόλις 38 ετών!
Το έργο του τεράστιο, τον καθιστά έναν από τους σπουδαιότερους συγγραφείς μέχρι και σήμερα, με τη μυστηριώδη ποιητική γραφή του να ακουμπά τις πιο βαθιές μας χορδές, ξυπνώντας μας γλυκόπικρα συναισθήματα. Γήινος και πρωτόγονα μυθικός, ο Γκαρθία Λόρκα υπογράφει και σφραγίζει τα έργα του με τις μεσογειακές του ρίζες, κάνοντάς τα να μας ταξιδεύουν στην Ανδαλουσία, αλλά και στα πιο βαθιά άβατα της ψυχής μας, υμνώντας τα πάθη και τον έρωτα, την απόγνωση και τη ζήλια, τη φιλία και τις σχέσεις, την καταπίεση μιας συντηρητικής κοινωνίας.
Πιανίστας, ποιητής, δραματουργός, ομιλητής, ηθοποιός, θεατρικός συγγραφέας, ένας άνθρωπος πολυτάλαντος και ενθουσιώδης που απέπνεε την ευτυχία, αυτή που δεν κατάφερε να βρει στη δική του βασανισμένη ζωή. Στο έργο του μπορούμε να διακρίνουμε μια «οδυνηρή» πλευρά της ζωής του, μια παράξενη μελαγχολία, παρά τη φαινομενική του ευθυμία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι, στην κοινωνία της εποχής του, ήταν κατακριτέο να είναι κάποιος ομοφυλόφιλος, και μάλλον αυτό ήταν και ο μεγάλος του φόβος.
Αγαπούσε τη φύση και την παράδοση, το κουκλοθέατρο και τον άνθρωπο. Όταν κατάλαβε ότι ο πατέρας του ήταν από τους πιο πλούσιους και ισχυρούς της περιοχής τους και ότι εκείνος ήταν προνομιούχος σε σχέση με τους κατοίκους που ζούσανε σε άθλιες συνθήκες, επαναστάτησε μέσα του και έγραψε για τη φτώχεια και την ανέχεια, για τη μοίρα, για τους βοσκούς και τα λιβάδια, για τον ουρανό και τη μοναξιά.
Όταν ήταν 10 ετών, η οικογένειά του μετακόμισε στη Γρανάδα, μια πόλη που ήταν πιο «ευρωπαϊκή», με μεγάλη οικονομική ανάπτυξη. Μια πόλη απ’ όπου είχαν αφανιστεί οι Άραβες και οι Σεφαραδίτες Εβραίοι, ένας αξιοθαύμαστος πολιτισμός που χάθηκε αφήνοντας πίσω του μια απογυμνωμένη πόλη στον παράδεισο του χρήματος. Εκείνη την εποχή ήταν που ο Λόρκα κατανόησε την «αισθητική του ελάχιστου», την αγάπη για τα μικρά πράγματα, τη λεπτομέρεια. Δεν έπαψε ποτέ να μελετά τον χαρακτήρα της Γρανάδας, για να εντοπίσει στη φωνή της τον πένθιμο τόνο που εκφράζει τη «σύγκρουση Ανατολής και Δύσης στα παλάτια της, έρημα τώρα και γεμάτα φαντάσματα».
Ήθελε να πάει στο Παρίσι για να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές, όμως οι γονείς του του το απαγόρευσαν και τον πίεσαν να γραφτεί στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γρανάδα, την οποία τελείωσε ύστερα από εννέα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης.
Το 1919 εγκαταστάθηκε στη «Φοιτητική Κατοικία» του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, πολιτιστικό κέντρο της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί δημιούργησε φιλίες με καλλιτέχνες και συγγραφείς της γενιάς του, ανάμεσα στους οποίους ο ζωγράφος Σαλβαδόρ Νταλί, ο κινηματογραφιστής Λουίς Μπουνιουέλ και ο ποιητής Ραφαέλ Αλμπέρτι.
Σε ένα αποκαλυπτικό του κείμενο έγραφε: «Είμαι ένας μεγάλος ρομαντικός κι είναι καμάρι μου αυτό. Στον αιώνα των Ζέπελιν και των ηλίθιων θανάτων, εγώ θρηνώ στο πιάνο μου και ονειρεύομαι την αχλή του Χέντελ. Γράφω στίχους πολύ προσωπικούς, υμνώντας εξίσου τον Χριστό και τον Βούδα, τον Μωάμεθ και τον Πάνα. Για λύρα έχω το πιάνο μου, αντί για μελάνι τον ιδρώτα του πόθου, την κίτρινη γύρη του εσώτερου κρίνου μου και τη μεγάλη μου αγάπη. Πρέπει να σκοτώσουμε τους “κομψευόμενους μπουρζουάδες επηρμένους νεαρούς” και να σβήσουμε το γέλιο από το στόμα όσων αγαπούν την Αρμονία».
Το 1927, ο Λόρκα ήταν σε σχέση με τον Εμίλιο Αλαδρέν, γλύπτη, και έζησε μαζί του πολλά χρόνια χαράς, πριν ο τελευταίος τον εγκαταλείψει για να παντρευτεί με μια Αγγλίδα. Αυτός ήταν και ο λόγος που έκανε τον Λόρκα να εγκαταλείψει την Ισπανία για τη Νέα Υόρκη τη διετία 1929-1930. Έζησε στη φοιτητική εστία του Πανεπιστημίου Κολούμπια για να επιστρέψει το 1931, μέσω Κούβας, στην Ισπανία.
Επιστρέφοντας, ο Γκαρθία Λόρκα δεν έκρυβε πια την ομοφυλοφιλία του, πράγμα που θα του στοίχιζε τη ζωή του μερικά χρόνια αργότερα.
Στον κόσμο του, πολιτική και τέχνη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες. Το θέατρο, κατά τον Λόρκα, είχε καθήκον να ασχοληθεί σε βάθος με τα προβλήματα της ανθρωπότητας. Θα αναχωρούσε για τη Γρανάδα το 1936, μη γνωρίζοντας ότι δε θα ξαναέβλεπε τη Μαδρίτη. Σε μια εκρηκτική κατάσταση που επικρατούσε εκεί, ο Λόρκα εισέπραξε χτυπήματα και χλευασμούς (τον αποκαλούσαν «αδερφή»), χαρακτηρίστηκε «κόκκινος», επικίνδυνος και τέλος συνελήφθη ως «Ρώσος κατάσκοπος που έκανε κακό με τα γραπτά του». Φυλακίστηκε στις 16 Αυγούστου και εκτελέστηκε μαζί με χιλιάδες άτομα, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο κεφάλαιο στο πάνθεο της τέχνης και των γραμμάτων.
* Κείμενο Γιαχάκη Δέσποινα